Συνέχεια απο: Το τέλος του δρόμου
Και πάλι εκείνη η αναμονή. Οι ψίθυροι της σιωπής. Τι θα μπορούσε να γίνει; Πόσους δρόμους μπορεί κανείς να διαλέξει; Συνήθως αντιδρά κάποιος αυτόματα. Επιλέγει εκείνο που ορίζει η στιγμή δίχως να χρειαστεί να το σκεφτεί. Το ότι ήμουν κι εγώ έτσι, είχε πλέον διαπιστωθεί σε μεγάλο βαθμό, γι αυτό προσπαθούσα να μη βιάζομαι. Γύρευα τρόπους να τραφώ από τα οφέλη της σιωπής. Έδειξε απόλυτη κατανόηση σε αυτό και συνέχισε.
-Μπορείς να φύγεις, απάντησε ήρεμα ο πρίγκιπας. Ο τύραννος δεν πίστεψε στ’ αυτιά του. Κοίταξε γύρω. Σίγουρα ένιωσε την οργή στα μάτια όλων, κανένας όμως δεν κινήθηκε εχθρικά. Ξανακοίταξε τον πρίγκηπα στα μάτια. Καθώς διαπίστωσε ότι πράγματι εννοούσε όλα όσα έλεγε, κινήθηκε προς την έξοδο. Έτρεξε να φύγει. Μόνο που όταν βρέθηκε έξω, κατάλαβε ότι δεν είχε που να πάει.
Εκεί έβαλε τελεία. Εγώ όμως δεν ήθελα να σταματήσει. Με ενδιέφερε να ακούσω παρακάτω, σαν παιδί που δε μπορεί να δεχτεί το τέλος του παιχνιδιού. Δεν τα κατάφερα να σωπάσω την ερώτηση που γεννήθηκε μέσα από την επίκτητη μου ανάγκη για ένα έτοιμο τέλος.
-Και τι έγινε μετά;
-Από εκεί και πέρα ξέρω ακριβώς τόσα όσα κι εσύ. Εσύ να μου πεις λοιπόν. Τι νομίζεις πως έγινε;
Έπρεπε να το περιμένω. Έπρεπε να είχα προετοιμαστεί. Τώρα, ήμουν υποχρεωμένος να σκεφτώ με την ταχύτητα της αστραπής. Δεν θα μπορούσα να απαντήσω ότι δεν ήξερα. Μέσα μου, ήξερα πως αυτό που πραγματικά γνωρίζουμε τα λέει όλα δίχως να μπορεί να ειπωθεί. Έκλεισα λοιπόν τα μάτια μου και άρχισα να βλέπω.