Συνέχεια απο: Η όχθη της προετοιμασίας

Καθώς εκείνος σταμάτησε να μιλά, εγώ βρέθηκα σ’ έναν στρόβιλο σκέψεων που στριφογυρνούσαν με αδιανόητη ταχύτητα μέσα στο άγουρο μυαλό μου. Σα να είχα πέσει μέσα σ’ ένα ποτάμι που με παράσερνε μακριά από το τώρα και το εδώ, όπου θα έπρεπε να βρίσκομαι. Πρώτη φορά αισθάνθηκα τον κόσμο τόσο μακρινό. Θαρρείς και είχα συνδεθεί με τη σκέψη ενός αστροναύτη που έχει αποκοπεί από το διαστημικό σταθμό και πλανιέται μόνος μέσα στο σκάφανδρο του στο κενό, ανάμεσα στ’ αστέρια. Πόσο πολύτιμη είναι στ’ αλήθεια η ζωή. Περνά ξυστά απ’ τις στιγμές και όλο αρχίζει και τελειώνει. Θυμήθηκα πως όλα ξεκινούν με μια ανάσα, ενώ με το τέλος της και πάλι όλα παύουν. Πόσο σύντομος είναι ο κόσμος! Δεν υπήρχε πια αμφιβολία ότι δεν είχα πια χρόνο για χάσιμο. Εξάλλου η μόνιμη κατάσταση στην οποία θα επιθυμούσα να βρίσκομαι δεν είχε καμία σχέση με τη θλίψη. Αν είχα τη χαρά, θα μου ‘φτανε. Από που πήγαζε όμως η χαρά που επιθυμούσα να βιώσω σαν μια κατάσταση διαρκή;

Εκείνος σώπαινε κι εγώ ταξίδευα χωρίς εμπόδια πια, ίσα στο κέντρο του γαλαξία. Εκεί όπου είχα γεννηθεί. Εκεί όπου αγαπούσα. Πλημμυρισμένος με μια αβέβαια σιγουριά· μια σιγουριά που ξέρει να βαδίζει επάνω στη λεπτή ισορροπία της ελάχιστης αντίστασης, γύρισα και τον κοίταξα στα μάτια. Ναι, ήθελα να πάψω να κρύβομαι μέσα στην κακομοιριά της άγνοιάς μου. Δεν άντεχα άλλο τη βολεμένη μου υπόσταση. Δεν άντεχα την κατάσταση της διαρκούς αποχαύνωσης την οποία μου επέβαλαν οι εξωτερικές συνθήκες. Αισθάνθηκα έτοιμος.

-Από που αρχίζει η προετοιμασία;

Ρώτησα. Εκείνος με τη σπίθα στα μάτια και με μια τελετουργική σοβαρότητα, απάντησε απιθώνοντας την παλάμη στο στήθος:

- Από εδώ. Για να πας εκεί όπου πραγματικά επιθυμείς, εδώ βρίσκεται η μόνη είσοδος.