Συνέχεια απο:Η σιωπή της χαράς

Φυσικά, από τη στιγμή που αντιλήφθηκα ότι έχω ακόμη ελπίδες, άρχισα να συμπεριφέρομαι διαφορετικά. Η ματιά μου άρχισε να ερευνά εξονυχιστικά τα τοιχώματα του πηγαδιού. Έψαχνα να βρω σημάδια που να έδειχναν αν θα μπορούσα κάπου να πιαστώ για να σκαρφαλώσω. Σιγά σιγά κατάλαβα ότι αυτό δεν ήταν ακόμη εφικτό και μάλιστα, θα μπορούσε να είναι αρκετά παρακινδυνευμένο. Αν γλυστρούσα κι έπεφτα, εκτός του ότι μπορεί να τραυματιζόμουν, θα ξόδευα αρκετή από την ενέργεια που προσπαθούσα αγωνιωδώς ν’ αποταμιεύσω τόσον καιρό. Και οι δυό περιπτώσεις είχαν σαν αποτέλεσμα το δικό μου τέλος. Προτίμησα λοιπόν να περιμένω υπομονετικά την κατάλληλη στιγμή. Ίσως λιγάκι αργότερα, όταν θα βρισκόμουν πιό πάνω, να προσπαθούσα ξανά. Ησύχασα λοιπόν με μιας. Ήταν ακόμη ώρα προσμονής. Η ώρα των μεγάλων ανακαλύψεων.

Η αλήθεια είναι ότι ακόμη και μετά από τόσον καιρό, για πρώτη φορά συνειδητοποιούσα ότι δεν ήμουν σίγουρος για το αν όλα αυτά που ζούσα ήταν όνειρο, ή πραγματικότητα. Δεν είχα ιδέα για τη δράση των αρχετύπων που συγκροτούσαν την ιστορία μου. Όλα όσα ζούσα, συνέβαιναν εδώ και τώρα. Δεν υπήρχε άλλη επιλογή έξω από αυτή που μου δίνονταν. Έπρεπε να παίξω αναγκαστικά τη ζωή μου κορώνα-γράμματα. Ήταν απαραίτητο να αφηθώ ελεύθερα στην κίνηση του χρόνου, να με κυβερνήσει. Κάθε αντίσταση σε αυτό που συνέβαινε τριγύρω, ήταν μάταια. Όχι. Δεν είχα κανένα σκοπό να παραιτηθώ. Είχα τη γνώση απλά, να περιμένω, δίχως ν’ αντιστέκομαι στην ορμή των αλλαγών, που σίγουρα προετοίμαζαν, εν αγνοία μου, ένα νέο πρόβλημα, κομμένο και ραμένο στα μέτρα μου. Δεν υπήρχε όμως κανένας λόγος ν’ ασχοληθώ με τις αλλαγές, ούτε με τα προβλήματά που επιφέρουν. Ήμουν υποχρεωμένος να ρουφήξω την ουσία του «τώρα» ως το μεδούλι για να επιζήσω. Να γίνω ένα με τον εαυτό μου.