Συνέχεια απο:Η Μυστική Συμμαχία

Ευτυχώς δεν είχαμε απομείνει μόνο εγώ κι η ελπίδα. Δίχως το σωσίβιο που είχα σκαρφιστεί, σίγουρα δε θα τα είχα καταφέρει να επιπλεύσω. Μέσα σε όλα αυτά τα χρόνια που πέρασαν, φαίνεται ότι είχα μάθει επιτέλους να χρησιμοποιώ τη σκέψη μου πρακτικά. Μόνο αυτό μπορεί να σώσει κάποιον από το βάραθρο της απόγνωσης που σέρνει πίσω της η αυτολύπηση. Είναι αλήθεια πως ήμουν εκεί υποχρεωτικά εγλωβισμένος, να εξασκώ την υπομονή μου, δυναμώνοντάς τη θέλησή μου για ζωή. Μόνο αυτό θα μπορούσα πια να θέλω. Να ζήσω. Να δω γι ακόμη μια φορά το φως που υπάρχει έξω από την τρύπα του πηγαδιού. Αν ήθελα να ζήσω, έπρεπε να μη σπαταλάω άσκοπα δυνάμεις. Ν’ αφηθώ γαλήνια στο νερό να με ανεβάσει. Μόνο αν ακολουθούσα τη φύση του θα μπορούσα να σωθώ.

Η ευτυχία που είχα νοιώσει τη στιγμή της επιτυχούς ανακάλυψής μου, είχε μετατραπεί σε υπαρξιακή αγωνία. Ποτέ πριν δεν το είχα σκεφτεί αυτό. Γέλασα. Κοίταξα και πάλι ψηλά. Ήταν ακόμη μέρα εκεί έξω. Μερικές φορές ακούγονταν τα τιτιβίσματα των πουλιών κι η καρδιά μου αγαλλίαζε μέσα σε αυτή την προσμονή. Η καρδιά που χτυπούσε ρυθμικά ήταν πλέον η μόνη επαφή που είχα με το χρόνο. Δεν ήξερα πια τι ήταν σημαντικό. Έτσι κι αλλιώς, δεν είχα τίποτα, έξω από την αναπνοή. Στην κατάστασή μου, τι άλλο θα μπορούσε να έχει σημασία;

Έκλεισα τα μάτια κι ανάσανα βαθιά. Τότε ακριβώς άκουσα το βούϊσμα μιας μέλισσας να πολλαπλασιάζεται από την ηχώ των τοιχωμάτων. Παρέμεινα αδρανής και ήρεμος. Ένα χαμόγελο χαράχτηκε αυτόματα στο πρόσωπό μου. Είχα την πρώτη μου επίσκεψη. Η μελισσούλα έμελλε να είναι το πρώτο πλάσμα που θα γεύονταν το νερό της πηγής που είχα ανακαλύψει. Το νερό, μέσα στο οποίο κινδύνευα ο ίδιος να πνιγώ, δεν μου ανήκε. Ουσιαστικά, αν θα τα κατάφερνα να συμπεριφερθώ άψογα μέχρι το τέλος, θα γινόταν ο σωτήρας μου, αν όχι, θα ήταν ο φονιάς που θα μου έπαιρνε ότι είχα και δεν είχα. Προτίμησα ν’ αφηθώ γι ακόμη μια φορά στην ευλογία της ευγνωμοσύνης. Το βούϊσμα της μέλισσας με συνόδεψε αργά μέχρι έξω, στο φως κι είδα θαρρώ για μια στιγμή μέσα από τα μάτια της τον κόσμο. Ακόμη ένα βαθύ χαμόγελο. Ακόμη μια ανάσα, μέχρι όλα να βυθιστούν ξανά στη σιωπή της προσμονής.