Text 1 by: Nevi Kaninia - Photo and text 2 by: Achilles Nasios
1.
Στο τέρμα του δρόμου με περίμενες, κάθε που έβγαινα την πρωινή μου βόλτα. Όσο πλησίαζα, τόσο έφευγες. Μία μέρα πήρα άλλο μονοπάτι και δε με περίμενε κανείς. Τότε κάθισα κάτω από το πιο ψηλό δένδρο και άρχισα να λέω την ιστορία ανάποδα. Έτσι έλυσα τα ξόρκια της πρωινής αναμονής. Μου λείπεις καμιά φορά μα σωπαίνω, ίσως επανεμφανισθείς
2.
Αυτό τον δρόμο τον γνώρισα καλά. Ήταν, καθημερινά, το πρωινό μάθημα των παιδιών πριν μπουν στην τάξη. Εδώ μάθαιναν να αποφεύγουν τις λακούβες με το νερό όταν έβρεχε ή να βαδίζουν στον πάγο. Κι αν κάποιο αυτοκίνητο που περνούσε προσφέρονταν να μεταφέρει τους μαθητές, εκείνοι αρνιόντουσαν γιατί ήθελαν να βαδίσουν. Έτσι άρχιζε η μέρα τους. Στο δρόμο. Τον περπάτησαν αυτό τον δρόμο τόσες φορές μέσα στα χρόνια, που δεν πρόκειται να τον ξεχάσουν ποτέ. Ούτε κι εγώ.