1.
Περπατούσε μόνος στη παραλία…
Απολάμβανε το ιώδιο που αποπνέει το φύσημα του θαλασσινού αέρα και το γεμάτο θαλπωρή αγκάλιασμα του πρωινού ήλιου. Τον απασχολούσε ακόμα έντονα ενα δίλημμα στο οποίο θα έπρεπε ήδη να είχε απαντήσει.
Κάλεσε τον αριθμό του τηλεφώνου της στο κινητό του ενώ σκεφτόταν πως… “Είναι κακό στην άμμο να χτίζεις παλάτια”…
2.
Με τριβελίζει εκείνη η διαπίστωση του Ρολάν, θυμίζοντάς μου ότι η φωτογραφία λειτουργεί αυτόματα σαν ένα μήνυμα που, αν και κωδικοποιημένο τεχνικά, γίνεται αποδεκτό σαν αυτούσιος εκπρόσωπος του έξω κόσμου. Δεν έχει σημασία αν βρέθηκα εκεί. Σημασία έχει ότι μπορώ, αν θέλω, να επιστρέψω εκεί. Αν συνδυάσω τα όσα ξέρω, μπορώ να νιώσω το αεράκι. Ν’ ακούσω τον ήχο. Να δω το γεγονός. Να βιώσω τη δική μου μνήμη. Μπορώ ακόμα ν’ αφηθώ να επιπλεύσω στην επιφάνεια. Δεν έχει σημασία. Η φωτογραφία είναι αποτέλεσμα επιλογών, όσο και φορέας τους.
concept © Achilles Nasios
3.
Περίεργες οι ισορροπίες μας. Μία λάθος κίνηση και το οικοδόμημα γκρεμίζεται. Όμορφο οικοδόμημα δε λέω, μα πάντα ανταγωνιστικό. Ό,τι έφτιαχνα εγώ, εσύ προσπαθούσες να φτιάξεις μεγαλύτερο. Ό,τι κι αν έλεγα, το δικό σου πάντα υπερείχε. Και να το αποτέλεσμα. Χτίσαμε δυο υπέροχα κάστρα, απέναντι το ένα στο άλλο. Αγέρωχο το καθένα στη μοναξιά του. Αναρωτιέμαι πώς θα ήταν αν το κάστρο μας ήταν ένα και χωρούσε και τους δυο.
4.
Μην έρθεις να με αναζητήσεις, θέλω στο μπλε να ερωτευτώ, με τα βότσαλα να παίξω χωρίς την σκληράδα τους να φοβηθώ. Άφησέ με, την αλμύρα να γευτώ, μία βουτιά με περιμένει για να εξιλεωθώ. Ξεχάστηκα και εσύ με άφησες τελικά εδώ, να ονειροπολώ στην άβυσσο του βυθού.
5.
Καλοκαίρι. Βοτσαλωτό καστράκι στην παραλία, μεσαιωνικό φρούριο, προϊστορικός οικισμός, βιγλάτορας παρατηρητής του ορίζοντα… Τι θα ξεπροβάλει μέσα από τη θάλασσα; Αργόσυρτες βάρκες ψαράδων; Πειρατικό πλοίο θαμπό κάτω από τον ήλιο; Το Μπλου Σταρ;
Ένα χρωματιστό μαγιώ με καπελάκι βγαίνει στην παραλία κρατώντας ένα κουβαδάκι..
6.
Αρχικά μου τράβηξε την προσοχή η μητέρα, πολύ όμορφη, που με τα δύο παιδιά έφτιαχναν επί ώρα πέτρινους πύργους δίπλα στη θάλασσα. Άλλα και το γεγονός ότι ήταν τόσο ήσυχοι όλοι. Ο πατέρας, ευγενική φυσιογνωμία, τους κοιτούσε από μακριά. Άφησα το βιβλίο μου και συνέχισα να τους παρατηρώ. Σκέφτηκα την ενεργητική πλήξη του Κούντερα. Με εξέπληξε ο ζήλος και η επιμέλεια για κάτι τόσο εφήμερο. Το λιγότερο που μπορούσα να κάνω: μάζεψα πέτρες και τους τις πήγα και κράτησα στην ζωή τους πύργους με ένα κλίκ.
Photo and text © Dimitra Kitsiou