Είχε περάσει πολύς καιρός που οι άνθρωποι ζούσαν στο απόλυτο σκοτάδι. Κρατιούνταν, για να μετακινούνται. Ώσπου ένα βράδυ, φως άρχισε να πέφτει από τον ουρανό. Άπλωναν τα χέρια τους και μάζευαν καθάριο φως, αγνό και ζεστό. Φως, που έπαιρνε τη μορφή των αγαπημένων τους. Για ένα ολόκληρο βράδυ έζησαν το όνειρο να βρεθούν μαζί με αυτούς που βαθιά αγαπούσαν στο απόλυτο φως.
Αναστάσιμα πυροτεχνήματα, φλόγες των κεριών, φωνές ηλεκτρικές των μεγαφώνων, κοινωνική αποστασιοποίηση, μια άλλη πραγματικότητα φέτος, ασαφής και αχαρτογράφητη, πρόσκληση όμως και πρόκληση για νέες προσεγγίσεις, νέες παραστάσεις και αναπαραστάσεις, νέες ιδέες, άλλα σχέδια, άλλες προοπτικές, τη ζωή μας και αλλιώς…
Κάποιες φορές μια σπίθα χρειάζεται για να πάρουν φωτιά όλα. Είχαν αρχίσει μια από τις συνηθισμένες συζητήσεις τους και τα πράγματα πήραν άλλη τροπή, σαν κάθε τι που έλεγε να την έφερνε ένα βήμα πιο μακριά από αυτό που ήθελε να πει, σαν οι λέξεις να μην ήταν αρκετές. Έκλεισε το τηλέφωνο. Άρπαξε μια ζακέτα και βγήκε στην ανοιξιάτικη νύχτα. Ενώθηκε με τις φωτεινές σκιές και τα αποκαΐδια της ματαιωμένης συνεννόησης.
Σάββατο ημέρα Ανάστασης, ειναι η τελετή στην οποία έχω παρευρεθεί τις περισσότερες φορές. Ειναι η πιο “πολιτική” θρησκευτική εορτή και για μένα σημαίνει νίκη. Καμιά νίκη πνευματική, εθνική, προσωπική δεν έρχεται όμως, αν δεν προηγηθεί η γνώση και Αντίσταση…. Φέτος η ώρα έδειχνε 21:30 έχει προηγηθεί το “δεύτε λάβετε φως…”, το Χριστός Ανέστη…τα φιλιά και οι ευχές…η αποχώρηση με τα κεριά να φωτίζουν τα πρόσωπα!
Photo and text © Giorgos Vasiliadis