Text by © Nevi Kaninia - Photo by © Achilles Nasios
Κάθισα κάτω απ’ τη μηλιά,
την αγριομηλίτσα
και πάνω της ήταν πουλιά
που τσίμπαγαν τα μήλα.
Ήτανε κι ένας κότσυφας
που με κρυφοκοιτούσε
κι όταν κοντά του πήγαινα,
εκείνος κελαηδούσε.
-Τι θες κοντά μου κι έρχεσαι;
Γιατί με πλησιάζεις;
Θέλεις να έχεις τα φτερά
τη μοίρα σου ν’αλλάζεις;
- Θέλω το χιόνι να γενεί
ζεστό σαν μια κουβέρτα
κι ο ήλιος τότε πάνω μας
να κάνει σούρτα φέρτα.
Σαν το Λευκό μας άκουσε,
αργά υποχωρούσε
κι ο κότσυφας τον ουρανό
δειλά ευχαριστούσε.
Όταν κοτσύφι δεις ψηλά
ψηλά να φτερουγίζει
Να ξέρεις πως η τύχη σου
γλυκά σε τριγυρίζει.