Συνέχεια απο: Η νόηση της αίσθησης

Δεν έπεσα στην παγίδα να ρωτήσω ή ν’ απαντήσω πριν να εξετάσω αυτό που είπε λίγο βαθύτερα. Έκλεισα και πάλι τα μάτια. Η εμπιστοσύνη είχε στήσει πανηγύρι στην ψυχή μου και γιόρταζε την ανάπτυξη του πνεύματος. Δεν υπήρχαν πια χιλιάδες σκέψεις να σπέρνουν τριγύρω εκείνη τη διαρκή αμφιβολία που σε καταντάει ανήμπορο. Υπήρχε μόνο μια σκέψη διαυγής και κοφτερή σαν γιαπωνέζικο σπαθί. Είχε δίκιο. Δεν θα ήταν δυνατόν να αισθανόμουν οικεία απέναντι σε κάτι που δεν γνωρίζω. Αυτό που θα αισθανόμουν απέναντι σε κάτι άγνωστο, μάλλον θα είχε να κάνει περισσότερο με φόβο. Τουλάχιστον στην αρχή. Με τον τρόπο αυτό όμως, εκείνος με είχε μεταφέρει από τον κόσμο του καθαρού συναισθήματος, στον κόσμο της λογικής ή, μάλλον, σε έναν κόσμο όπου το συναίσθημα και η λογική ισορροπούσαν στην αναλογική τους αρμονία. Ένιωσα τα μάτια μου να λάμπουν καθώς τ’ άνοιξα. Εκείνος το είδε και χαμήλωσε το βλέμμα με σεβασμό. Έτσι σιγουρεύτηκα ότι ήμουν πράγματι έτσι όπως αισθανόμουν. Πλήρης.

-Να θυμάσαι μόνο ότι καθετί που γεμίζει είναι απαραίτητο ν’ αδειάσει για να γεμίσει και πάλι.

Δεν έχω ιδέα αν σώπαινα επειδή δεν είχα τι να πω ή επειδή η σιωπή ήταν αυτονόητη αντίδραση. Τη στιγμή εκείνη ήταν σα να ήξερα τα πάντα, αυτό όμως δεν ήταν έτσι ακριβώς. Ήξερα τι ήθελα όμως δεν είχα ιδέα πως θα το αποκτήσω. Μα ήμουν τυχερός. Ήμουν αλήθεια τυχερός που τον είχα συναντήσει. Ποτέ δεν το περίμενα ότι θα μπορούσε να βρεθεί κάποιος τόσο όμοιος με μένα στον κόσμο ετούτο.

-Με ποιον τρόπο μπορώ να γίνω σαν εσένα;

Είπα αυθόρμητα και η αφελής μου αυτή ερώτηση πυροδότησε σε εκείνον γέλιο τρανταχτό.

-Δε μπορείς να γίνεις σαν εμένα. Μπορείς όμως να γίνεις εσύ και για να το πετύχεις αυτό, μόνο ένας τρόπος υπάρχει. Να μπεις μέσα σου. Να μάθεις να κρατιέσαι εκεί.