Συνέχεια απο: Το βάρος των αποφάσεων

-Και τότε γιατί δεν είναι διαυγής, αφού τη γνώση αυτή που λες την έχει μέσα του;

-Γιατί μάλλον είναι κλειδωμένος απ’ έξω. Δε μπορεί να δει μέσα του, όσο κι αν καταφέρνει να ρίξει μερικές φορές κλεφτές ματιές.

Πράγματι. Δεν ήταν λίγες οι φορές που είχα αισθανθεί εκείνο το υπέροχο αίσθημα του έρωτα που πάντοτε ξυπνούσε μόνο για λίγο. Ποτέ μου δεν διαπίστωσα το βάθος όπου ήτανε θαμμένος. Σκέφτηκα ότι για τον έρωτα δεν υπάρχει διαφυγή. Προσμένει κλειδωμένος μέσα σε κάθε ανθρώπινη καρδιά. Σε κάθε ελπίδα. Είναι συνυφασμένος με την ευτυχία - όσο υπάρχει - μετά, συνήθως, καταλήγει στον όλεθρο. Μόνο έτσι μπορούσα τότε να αντιληφθώ το νόημα της “κλεφτής ματιάς” στη ζωή. Παρ’ όλ’ αυτά, δεν ήμουν έτοιμος να καταλάβω την πλάνη μου που επιζητούσε να αγκιστρωθεί σε κάποιο σημείο αναφοράς που βρίσκονταν έξω από μένα και τις ουσιαστικές μου ανάγκες. Ανάγκες τις οποίες ποτέ μου δεν είχα καθορίσει. Έσκυψα το κεφάλι λοιπόν και περίμενα για λίγο τα χείλη μου να σχηματίσουν μια ερώτηση, δίχως ποτέ να φανταστώ ότι υπήρχε και η πιθανότητα να είμαι κάτι σαν τον Ιούδα· μια αμφιλεγόμενη προσωπικότητα η οποία δεν έχει καμία απολύτως συναίσθηση του τι πραγματικά συμβαίνει. Κάγχασα ειρωνικά.

-Και που είναι αυτή η πόρτα που είναι τόσο απόρθητη όπως λες;

Τον ένιωσα να κλονίζεται βαθιά από την έλλειψη εμπιστοσύνης. Το βλέμμα του ορθώθηκε σαν πληγωμένος αητός και με κοίταξε. Ένιωσα την ανάσα του να ξεφυσάει το άδικο απαλά, μην το πονέσει κι εκείνο αρχίσει ακόμα πιο πολύ να εναντιώνεται στην ελπίδα της διαύγειας.

-Θα καταλάβεις όταν θα βρεθείς εκεί.

Ένιωσα πως η απάντηση αυτή με υποτιμούσε. Ήμουν βλέπετε απόλυτα σίγουρος ότι βρισκόμουν σε αυτό το σημείο και περίμενα εδώ και πολύ καιρό. Ότι ήμουν έτοιμος ν’ ανοίξω και να μπω, ή, ακόμη περισσότερο, ότι ήδη ήμουν μέσα. Θύμωσα δίχως να το δείξω. Σώπασα τα νεύρα μου με ένα ελαφρύ χαμόγελο που προκλήθηκε αυτόματα. Δεν πέρασε από το μυαλό μου ούτε για μια στιγμή ότι μαζί με το χαμόγελο αυτό είχε αρχίσει να γεννιέται η αμφιβολία.